9/06/2008

54. Οι Μελιτζάνες Της Οργής


Οι Μελιτζάνες Της Οργής



[ Πηγή εικόνας ]


«Έλα τ’ απόγευμα απ’ το σπίτι», μου λέει ο πατέρας μου πριν φύγει, «έχουμε γαμάτη μελιτζανοσαλάτα. Τόνους ολόκληρους!»
«Τί εννοείς "τόνους ολόκληρους";» τον ρωτάω.
«Μαζέψαμε δυό σακιά», μου απαντάει. «Τις πήραμε απ’ το χωράφι».
«Πατέρα; Πάλι "ληστέψατε κάποιο χωράφι";» τον ρωτάω περιπαιχτικά.
«Όχι. Είναι στον Νέστο, ένας που έβαλε ολόκληρο χωράφι και τις μοιράζει τζάμπα».
«Γιατί;» τον ρωτάω με περιέργεια.
«Γιατί; Γιατί τον είπανε τον καημένο να βάλει μελιτζάνες για να τις πάρει το εργοστάσιο. Βιολογικές παρακαλώ. Χωρίς λίπασμα, χωρίς τίποτα».
«Και;»
«Και, όταν ήρθε η ώρα να τις πάει για πούλημα του είπανε πως δεν του τις παίρνουνε».
«Αυτό είναι τρελό».
«Όχι αγόρι μου. Δεν είναι τρελό. Δεν καταλαβαίνεις;» με ρωτάει. Αλλά καταλαβαίνω πολύ καλά και τον συμπληρώνω:
«Για να τον αναγκάσουνε να ρίξει την συμφωνηθέντα τιμή;»
«Ακριβώς! Ούτε πέντε σεντς το κιλό!»
«Και τί θα κάνει τώρα;»
«Θα τα περάσει με την φρέζα. Τίποτα δε’ θ’ αφήσει. Μέχρι τότε, έχει βγάλει έναν πάγκο και δίνει σ’ όποιον περνάει τζάμπα».
«Κατάλαβα».
«Θά ’ρθεις;»
«Όχι... μου κόπηκε η όρεξη...»
«Μην το βλέπεις έτσι... Τουλάχιστον να μην πάει στα σκουπίδια τόσο φαΐ. Κρίμα είναι... τόσος κόσμος πεινάει».
«Κι ο αγρότης; Πώς θα τα βγάλει πέρα;» ρώτησα.
Ο πατέρας ανασήκωσε τους ώμους μην ξέροντας να απαντήσει. Έκλεισε την πόρτα κι έφυγε.

Αληθινός διάλογος,
εν Ξάνθη, Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2008.

Σχόλια κανείς;...


—ΤΕΛΟΣ—


Όποιος θέλει, μπορεί να αφήσει το σχόλιό του· με σεβασμό στον εαυτό του και στον συνάνθρωπό του. Σας ευχαριστώ που διαβάσατε το κείμενό μου.

Τάδε έφη,
© Ναυτίλος Του Διαδικτύου (Περικλής Περικλής)

9/04/2008

53. Ζώντας Εγκλωβισμένος Στο Οικονομικό Τέλμα


Ζώντας Εγκλωβισμένος Στο Οικονομικό Τέλμα


Απόγευμα αρχών μηνός Σεπτεμβρίου, σωτηρίου έτους δύο χιλιάδες οχτώ Μ.Κ.Χ. Ο καιρός είναι ευχάριστα ζεστός, ίσα-ίσα ώστε να μου επιτρέπει κάθομαι μπροστά στον υπολογιστή φορώντας μοναχά το σλίπ, και χωρίς την λειτουργία του ανεμιστήρα. Ζώντας κι εκτός πόλεως, απολαμβάνω ένα ελαφρύ αεράκι, καθώς και το τιτίβισμα των πουλιών που βρίσκουν καταφύγιο στα δέντρα της αυλής, που με αγάπη φυτεύτηκαν προ είκοσι και βάλε ετών. Ειδυλλιακό περιβάλλον, που όμως δεν καταφέρνει να μου προσφέρει κάποια ψυχική γαλήνη ή ηρεμία.

Συν τις άλλης, είναι κι η τέταρτη ημέρα, μετά της «απολύσεώς» μου από την καλοκαιρινή εργασία μου. Εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια, κάθε δεκαπενθήμερο Χριστούγεννα-πρωτοχρονιά-φώτων, δεκαπενθήμερο του Πάσχα, και τρίμηνο καλοκαιρινών διακοπών Ιούνιος-Αύγουστος, εργάζομαι καλύπτοντας τις άδειες του μόνιμου προσωπικού ενός ξενοδοχείου, το οποίο ανήκει σε οικογενειακό φίλο. Εννοείται πως η εργασία είναι αδήλωτη, χωρίς ένσημα και «λοιπές βλακείες» (εδώ γελάμε), με μισθό εξακοσίων ευρώ. Η εργασία είναι μίση-μισή: απογευματινή βάρδια, 14:00-22:00, και βραδινή βάρδια, 22:00-06:00· ανάλογα με το ποιος υπάλληλος έχει άδεια. (Έχω ξεχάσει τί θα πεί θάλασσα κ.τ.λ.)

Εξών αυτών των χρημάτων, άλλο εισόδημα δεν υπάρχει. Και σε περίπτωση που κάποιοι διερωτηθούν για το πώς ζω, θα απαντήσω με ντροπή πως, ναι, με συντηρεί ο πατέρας μου, του οποίου το εισόδημα προέρχεται από ένα μικρό ενοίκιο από το παλιό του μαγαζί το οποίο νοικιάζει. Τουτέστιν, με το ενοίκιο, και τα έξτρα χρήματα που βγάζω ένα τετράμηνο τον χρόνο, προσπαθούμε να ζούμε δύο άτομα. Το συνολικό εισόδημα, επ’ ουδενί άγγιζε το –πάλαι ποτέ– αφορολόγητο όριο των 10.500 ευρώ. Αν το διαιρέσουμε στο μισό, μιάς και πατέρα-υιός έχουμε κοινό ταμείο, τα έσοδα του καθενός είναι κάτω των 5.250 ευρώ!

Με αυτά τα χρήματα, πρέπει να εξοφληθούνε λογαριασμοί του ηλεκτρικού, των τηλεπικοινωνιών, του νερού, της θέρμανσης, τέλη κυκλοφορίας, ασφάλειες κι άλλα. Εκεί που λέμε: «υγεία να υπάρχει», έρχεται κι ο «ευφυέστατος» υπουργός των οικονομικών, με μέτρα που θα «ενισχύσουν» τα έσοδα του κράτους, που κατόπιν, λέει, θα ενισχύσουν τους «οικονομικά ασθενέστερους».


[ Πηγή εικόνας ]


Συγκεκριμένα, το κράτος με «ενισχύσει» (αλήθεια, με έσοδα κάτω των 5.250 ευρώ, ανήκω στους «κάτω από το όριο της φτώχιας»;) καθημερινά, με τα παρακάτω μέτρα:

1) Καταργεί το αφορολόγητο για αυτούς που ζούνε μόνο από ενοίκιο. (Πατέρα, ξέχνα μόνο το χαρτόσημο!)

2) Ανεβάζει τα τέλη κυκλοφορίας για τα παλιά «ρυπογόνα» αυτοκίνητα. Δεν με ρωτάει εάν έχω τα χρήματα να αντικαταστήσω το 28 ετών R4 των γονιών μου, που είναι δηλωμένο στο όνομά μου, με ένα νέο. Άσε που αν πάρω αμάξι με δόσεις, θα με ρωτήσει το κράτος: «Πόθεν έσχες» με δήλωση κάτω των 5.250 ευρώ;! (Όλ’ αυτά για το καλό του περιβάλλοντος, την ώρα που η Δ.Ε.Η. έχει δρομολογήσει κατασκευή τεράστιου εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση λιθάνθρακα στην Καβάλα!)

3) Ως μακροχρόνια κατόχου με κάρτα ανεργίας από τον Αύγουστο του 2000, δεν μου εξασφαλίζει καμία οικονομική βοήθεια, γιατί δεν έχω τα δύο χρόνια ενσήμων που χρειάζονται. Λογικό, αφού «επίσημα» δεν έχω εργαστεί ποτέ. Άσχετα αν έχω εργαστεί σε συνεργείο, τυπογραφείο, γραφιστικό γραφείο, σε γραφείο υπηρεσιών web ως σχεδιαστής web σελίδων, ξενοδοχοϋπάλληλος κ.τ.λ. Βέβαια, θα μου πούνε πως εγώ φταίω, επειδή δεν καταγγέλλω τους εργοδότες μου. Διόλου δεν διερωτώνται που θα βρω δουλειά σε μία μικρή πόλη σαν την Ξάνθη, όταν βγει φόρα πως «γαμάω» τους εργοδότες μου. «Την ευθύνη την έχουν οι πολίτες», δικαίως θα πούνε οι ορθολογιστές. Τί να πώ; Είμαι ένας παλιοδειλός —what ever!

4) Το κράτος λέει, πως οι κάτοχοι κάρτας ανεργίας, μετά το εικοστό ένατο έτος της ηλικίας τους, δεν δικαιούνται δωρεάν ασφάλιση στο Ι.Κ.Α. και υπάγονται στο ταμείο πρόνοιας. Ελα ντέ που εκεί δεν με ασφαλίζουν γιατί εμφανίζω εισόδημα από το ενοίκιο που παίρνω στο όνομα του πατέρα μου. Άνεργος μπορεί να είμαι, λέει ο νόμος, αλλά έσοδα έχω. Άρα, μπορώ να πληρώσω μόνος μου τον γιατρό και τα φάρμακα όταν αρρωσταίνω. Sure —what ever!

5) Ανακοινώνεται η πρόθεση της κυβέρνησης, να βάλει χέρι –αλα Μπερλουσκόνη– στους «νεκρούς» λογαριασμούς. Θυμήθηκα πως έχω κάνα δυό σε τράπεζες, με ποσά κάτω των εκατό ευρώ. Επίσης, έμαθα πως χρεώνομαι έξοδα συντηρήσεως λογαριασμών! Τους έκλεισα αμφότερους κι ευτυχώς, δεν χρειάστηκε να πληρώσω κι από πάνω.

6) Η ανεργία στην Ξάνθη, ανεπίσημα είναι πάνω από το είκοσι τις εκατό. Επίσημα είναι πολύ λιγότερη, χάρης στα προγράμματα και τις αλχημείες των υπουργιών οικονομικών και εργασίας. Οι προοπτικές να βρω δουλειά, είναι «πολύ ευοίωνες».

Κατά τ’ άλλα, χειμώνας έρχεται, χρήματα για πετρέλαιο δεν έχουμε μαζέψει ακόμη (κι ούτε ξέρω εάν θα μαζέψουμε). Αγοράσαμε όμως δυό τόνους ξύλα για την ξυλόσομπα· λογικά θα μας βγάλουν μέχρι τον Ιανουάριο. Ο νοικάρης χρωστάει πάλι τρία ενοίκια, που μάλλον δεν θα τα πάρουμε ποτέ, και θ’ αναγκαστούμε να προβούμε σε έξωση (είναι που πάει καλά η οικονομία βλέπεις). Ο πατέρας πέρασε τα εξήντα, κι ελπίζει στην σύνταξη· αν κι όταν την εγκρίνουν. Το ότι εργάζεται από τα δώδεκα δεν έχει σημασία, γιατί και στον καιρό του εργάζονταν εργάτες χωρίς ένσημα. Εγώ είμαι άνεργος, και δεν ευελπιστώ σε τίποτα. Ουσιαστικά έχουμε μηδαμινό εισόδημα αυτή την στιγμή.

Εν τω μεταξύ, ο υπουργός καταργεί το αφορολόγητο· αυξάνει τα τέλη κυκλοφορίας, λέγοντάς μου γελώντας, πως με τιμωρεί επειδή οδηγάω ένα παλιό αυτοκίνητο και πως πρέπει να πάρω καινούργιο, ενώ δηλώνει απώλειες εκατομμυρίων στις δημόσιες επιχειρήσεις (βλ. Δ.Ε.Η. που από το +500 εκ. ευρώ το 2004, χρωστάει τώρα 112 εκ. ευρώ για το 2008!). Ταυτόχρονα, σκάνδαλα με μίζες που κόστισαν εκατομμύρια και δισεκατομμύρια ευρώ στο δημόσιο για 20 και βάλε χρόνια, περνάνε στα ψιλά. Το κράτος αυξάνει τα λειτουργικά του έξοδα κατά 7% το πρώτο εξάμηνο του 2008, και γενικώς δεν τρέχει κάστανο.


[ Πηγή εικόνας ]


Ναι, μπορεί να έχω αυλή και τα πουλιά να κελαηδάνε. Μέσα μου όμως νιώθω άφατη ανασφάλεια, τρόμο, και φόβο για το μέλλον. Δεν βλέπω τίποτα καλό στην ζωή μου, και δεν διαγράφεται τίποτα ελπιδοφόρο για το άμεσο μέλλον.

Εξακολουθώ να κατακλύζομαι από αισθήματα ενοχής παρ’ όλ’ αυτά. Ποιά η ευθύνη μου σε αυτή την κατάσταση; Ποιές ενέργειες θα έπρεπε να είχα κάνει, ή, και μπορώ να κάνω για αλλάξω την κατάσταση; Μπορώ να κάνω κάτι μόνος μου, ή είμαι σταγόνα στον ωκεανό;

Καλό χειμώνα νά ’χουμε, κι όποιος αντέξει.

Υ.Γ.: Το παρών κείμενο γράφτηκε «εν βρασμό ψυχής». Παρακαλώ, συγχωρέστε τυχών ορθογραφικά και εκφραστικά λάθη.


—ΤΕΛΟΣ—


Όποιος θέλει, μπορεί να αφήσει το σχόλιό του· με σεβασμό στον εαυτό του και στον συνάνθρωπό του. Σας ευχαριστώ που διαβάσατε το κείμενό μου.

Τάδε έφη,
© Ναυτίλος Του Διαδικτύου (Περικλής Περικλής)